ρεβεγιόν

ρεβεγιόν
το
(λ. γαλλ.), νυχτερινή γιορτή των καθολικών την παραμονή των Χριστουγέννων.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ρεβεγιόν — το, Ν νυχτερινή γιορτή ή διασκέδαση την παραμονή τών Χριστουγέννων και τής Πρωτοχρονιάς. [ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. reveillon (< ρ. reveiller «ξυπνώ»)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”